Παρασκευή 2 Νοεμβρίου 2012

Προς Ήλιο & μυρσίνη: Μη λησμονάτε τη χώρα μου…

Σήμερα οι θεσμοί, δηλαδή, η θέση του Βουλευτή, του Δημάρχου, του συνδικαλιστή, του δικαστικού κ.ο.κ., όχι ως προς τα πρόσωπα που τα στελεχώνουν, αλλά ως θεμελιώδη συστατικά στοιχεία αυτού που λέμε Δημοκρατία, έχουν κατρακυλήσει στην ανυποληψία και την περιφρόνηση. Έως και την αποστροφή.

Η αποστροφή στον θεσμό είναι αποστροφή στην ίδια τη Δημοκρατία. Πολίτευμα για το οποίο έχει βαφτεί κόκκινο το έδαφος πολλές φορές και θα χύνεται όσο υπάρχουν παράγοντες που θέλουν να περιορίζουν ελευθερίες και να καταπατούν προσωπικότητες.

Η αποστροφή στον άνθρωπο, σε εκείνον που είναι «επίορκος», κυριολεκτικά ή μεταφορικά, είναι υγιές φαινόμενο. Η αποδοχή σε ένα τέτοιο πρόσωπο είναι συγκάλυψη και είναι προσβολή στον πυρήνα της Δημοκρατίας.

Δημοκρατία στη μετανεωτερικότητα σημαίνει Δικαιοσύνη.

Την 1η Νοεμβρίου 2012, σχεδόν 39 χρόνια μετά την πτώση του στρατιωτικού καθεστώτος, δοκιμάστηκαν οι αντοχές της λογικής και της αξιοπρέπειας. Στο κτίριο 2 της οδού Ευελπίδων δικαζόταν ο Κ. Βαξεβάνης με ένα πρόχειρο και νομικά έωλο κατηγορητήριο το οποίο απεύθυνε η Εισαγγελία «αυτεπάγγελτα».

Τον κόσμο δεν τον ενδιαφέρει το πρόσωπο Βαξεβάνης παραπάνω από ότι ενδιαφέρει και ένας άγνωστος άνθρωπος. Τον ενδιαφέρει η ελευθεροτυπία. Η ουσία της Δημοκρατίας. Και είναι η ουσία της διότι η Δημοκρατία δεν είναι απλώς μια καλή νομοθεσία, ένας αγώνας εκατό μέτρων, αλλά ένας μαραθώνιος. Μια δυναμική διαδικασία που επιθυμεί να μειώνει τις ανισότητες και να εξασφαλίζει την ισότιμη συμμετοχή στη λήψη των «κοινών» αποφάσεων. Η ελεύθερη έκφραση είναι τα spikes του πολίτη, το λάδι στη μηχανή της ιστορίας της κοινωνίας και της Δημοκρατίας.

Η διαδικασία που ακολουθήθηκε προκαλεί «τρόμο και κακές αναμνήσεις», όπως κατέθεσε η Δήμητρα Γαλάνη ως μάρτυρας υπεράσπισης, μέσα από ένα «σχιζοφρενές κατηγορητήριο» όπως το χαρακτήρισε ο συνήγορος του δημοσιογράφου κος Ν. Κωνσταντόπουλος.

Κατά τη διαδικασία οι αγορεύσεις της υπεράσπισης ανέπτυξαν τα περί της ελλείψεων νομικών στηριγμάτων του κατηγορητηρίου, αλλά και την ουσία, τον αντίκτυπο στο πολίτευμα, στην οικονομία και στη νομιμότητα που θα είχε μια καταδίκη. Άλλωστε, όπως είπε κατά την απολογία του ο Βαξεβάνης, «το εθνικό συμφέρον το έχουν επικαλεστεί και παλαιότερα επιβάλλοντας λογοκρισία που τελικά οδήγησε σε περιορισμό του Τύπου· αυτό μου προκαλεί φόβο και γίνεται και τώρα αλλά με πιο τακτ» παραπέμποντας στην Χούντα.

Δεν έχουν νόημα για το κοινό συμφέρον τα πολλά πικάντικα σημεία της δίκης όσο έχουν οι αναφορές στα σκάνδαλα του Βατοπεδίου και της εξωδικαστικής σύμβασης με τη SIEMENS που θα έκανε και τον πιο φοβισμένο ΝΔκράτη ή ΠΑΣΟΚο να διαρρήξει τα ιμάτιά του από ντροπή και αγανάκτηση με την κοροϊδία που μας έχουν πουλήσει ως εθνικό συμφέρον τα κόμματα του κου Σαμαρά και Βενιζέλου.

Στο ίδιο αποτέλεσμα θα έφτανε κανείς εάν γίνονταν κατανοητό ότι Τσίπρας και Καμμένος υπονόησαν (με τις επερωτήσεις τους για την λίστα Λαγκάρντ) προεκλογικούς εκβιασμούς από πλευράς των προηγούμενων κέντρων εξουσίας προς Βουλευτές και επιχειρηματίες ώστε να συνταχθούν. «Η μη δημοσιοποίηση είναι παράγοντας πολιτικής αποσταθεροποίησης. Ευνοεί συμπτώματα κανιβαλισμού» ισχυρίζεται ο Βαξεβάνης δίνοντας πάσα στον Εισαγγελέα της έδρας για τη «στήριξη» της εισήγησής του.

«Δεν έχω εμπιστοσύνη στους δικαστικούς, στους δημοσιογράφους είτε στους πολιτικούς γενικά. Έχω εμπιστοσύνη σε εκείνους που κάνουν καλά τη δουλειά τους» είπε και πρόσθεσε ότι «το δίλημμα της έδρας είναι να τεθεί απέναντι στη Διοίκηση της Εισαγγελίας (GMT σημ.: που έχει λάβει, κατά την κοινή εκτίμηση, πολιτική εντολή) είτε να ευνοήσει τη Δημοκρατία και το να επικρατήσουν στην κοινωνία οι δίκαιοι». Αναφέρθηκε, επίσης, στην ελίτ που κυβερνά τη χώρα αποτελούμενη από επιχειρηματίες, πολιτικούς και δημοσιογράφους κλείνοντας με τη φράση «ο Νόμος δεν πρέπει να καταστεί από Ιερή Αγελάδα σε Ιερά Εξέταση. Η δίκη αυτή πρέπει να δημιουργήσει νομολογία δημοκρατίας».

Όπως αναφέρθηκε προηγουμένως, ο Εισαγγελέας ζήτησε την ενοχή του κατηγορούμενου δημοσιογράφου μιλώντας για «αιμοδιψή άνθρωπο που γνωρίζοντας τη δίψα του κόσμου για αίμα τού το έδωσε απλόχερα. Διαπόμπευσε και έθιξε τις υπολήψεις χιλιάδων πολιτών που έχουν το τεκμήριο της αθωότητας ρίχνοντάς τους στο Κολοσσαίο για σφαγή». Η παντελής απουσία νομικών όρων στην «αιτιολόγηση» του Εισαγγελέα προκάλεσε την απορία των νομικών του ακροατηρίου αλλά και τον φόβο των απλών πολιτών ότι μια άλλη 21 Απριλίου μπορεί να ανοίξει τον κύκλο της.

Η υπεράσπιση ήταν υποδειγματική. Υποδειγματική όμως ήταν και η στάση της Προέδρου του Μονομελούς Πρωτοδικείου που ανέλαβε την προσωπική και δημοκρατική ευθύνη να αθωώσει τον Κ. Βαξεβάνη. Αν και νομικά δεν μπορούσε να στοιχειοθετηθεί μια πιθανή αρνητική έκβαση, στην πραγματικότητα η πίεση από την ελίτ των συμφερόντων (που την άλλη εβδομάδα θα ζητήσουν και το εσώρουχο του κόσμου) ήταν αφόρητη. Και για αυτό το θάρρος της εκθειάζεται.

Η ανακούφιση της απόφασης δεν έχει να κάνει με την αθώωση του Βαξεβάνη ως πρόσωπο, γιατί ως άνθρωπος που σήμερα φαίνεται άσπιλος αύριο μπορεί να είναι διαπλεκόμενος και «ίδιος». Έχει να κάνει με τη μη καταδίκη του η οποία θα συνεπάγονταν ώρες στο διαδίκτυο για εισιτήρια προς κάποια δημοκρατική και ελεύθερη χώρα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Παρακαλώ στην έκφραση της γνώμη σας με κόσμιο και μη προσβλητικό τρόπο. Το περιεχόμενο των σχολίων θα κριθεί ως προς την προσβολή ηθών και προσωπικοτήτων και ενδεχομένως να διαγραφεί. Ο Admin δεν φέρει καμία ευθύνη για το περιεχόμενο των σχολίων.